Τι εστί αντικαπιταλιστικόμικ; – Κλήμης Κεραμιτσόπουλος: Πρέπει να προκαλείς την τύχη σου, για να μπορέσεις να την αλλάξεις κιόλας

Ο Κλήμης Κεραμιτσόπουλος μιλάει στην Κατιούσα για τη “Δουλειά στα Καπάκια”. Ένα “αντικαπιταλιστικόμικ χωρίς στρογγυλέματα”, αφιερωμένο σε όλους αυτούς τους εργάτες που είναι καταδικασμένοι σε δουλειές που τους τσακίζουν σώμα και πνεύμα γιατί δεν έχουν την πολυτέλεια να επιλέξουν να κάνουν κάτι άλλο.

 

Τι συμβαίνει όταν ένας δημιουργός καταλήγει στο… “εμφιαλωμένο” περιβάλλον μιας μονάδας παραγωγής, χωρίς ίχνος δημιουργικής εργασίας; Αφενός βιώνει από πρώτο χέρι τι σημαίνει εκμετάλλευση, σε μια μονότονη εξοντωτική δουλειά, που δε σου αφήνει χρόνο για τίποτα, εντός και εκτός ωραρίου -ούτε καν για… να κλάσεις, όπως σημειώνεται σκωπτικά στην εισαγωγή. Αφετέρου το βίωμα και η δημιουργικότητα βρίσκουν διέξοδο σε ένα “αντικαπιταλιστικόμικ”, που περιγράφει με πικρό χιούμορ τις άγριες καταστάσεις που βιώνουν όσοι πουλάνε την εργατική τους δύναμη -γιατί δεν είχαν άλλη επιλογή-, αποτυπώνοντας πιστά την καθημερινότητά τους.  Σε αυτούς ακριβώς εξάλλου αφιερώνει την τελευταία δουλειά του ο Κλήμης Κεραμιτσόπουλος, με τίτλο “Δουλειά στα Καπάκια”, όπου περιγράφει ουσιαστικά το βίωμά του σε μια εργοστασιακή μονάδα. Και αν τα αρχικά του ονόματός του (Κ.Κ.) παραπέμπουν συνειρμικά σε άλλους φορείς και καταστάσεις, αυτές που περιγράφει στο κόμικ του είναι βγαλμένες από τη ζωή του μισθωτού και κάθε ομοιότητα με την πραγματικότητα μόνο τυχαία δεν είναι.

Ακολουθεί η δική μας συζήτηση με τον δημιουργό, με αφετηρία το αντικαπιταλιστικόμικ “Δουλειά στα Καπάκια”, αλλά και κάποιες ενδιαφέρουσες προεκτάσεις.

 

-Πώς κύλησε ο τέντζερης της έμπνευσης και βρήκε «Τα καπάκια» της εκμετάλλευσης;

Έχει πλάκα γιατί το σπίτι μου βρίσκεται ακριβώς πάνω από μια ταβέρνα που λέγεται “Κύλησε ο Τέντζερης”. Ωστόσο, δεν χρειάστηκε και πολύ για την έμπνευση για το συγκεκριμένο κόμικ “Δουλειά στα Καπάκια”. Είχα την δική μου δουλειά, 15 χρόνια – φροντιστήριο αγγλικών, μια σταλίτσα, εγώ και η αδερφή μου – το κλείσαμε το ’20, κρατήθηκα ένα τρίμηνο με μια ευκαιριακή δουλειά εξυπηρέτησης πελατών από το σπίτι, μετά ένα 6μηνο ανεργία, ώσπου τελικά τον Ιούνιο του ’21 κατέληξα σε μια δουλειά στο εργοστάσιο που μοστράρει μέσα στο κόμικ. Κάποια στιγμή μέσα στον Ιούλιο είχα μια σχετικά φουντωμένη κουβέντα με το ένα από τα δυο “αφεντικά” του εργοστασίου για τις συνθήκες και μόλις γύρισα σπίτι έγραψα τον διάλογο, ακριβώς όπως ειπώθηκε, διανθίζοντάς τον με λίγο χιούμορ, αφού αυτά που άκουγα μόνο γέλιο (και κλάμα μαζί) μου προκαλούσαν.

-Θες να επαναλάβεις εδώ με άλλα λόγια -ή και με τα ίδια ακόμα- την αφιέρωση που κάνεις στην αρχή του κόμικ; Σε ποιους το αφιερώνεις;

Είναι αφιερωμένο σε όλους αυτούς τους εργάτες που είναι καταδικασμένοι σε δουλειές που τους τσακίζουν σώμα και πνεύμα γιατί δεν έχουν την πολυτέλεια να επιλέξουν να κάνουν κάτι άλλο.

-Το κόμικ μοιάζει να είναι βγαλμένο από τη ζωή -και αυτό δεν είναι κλισέ. Πώς ήταν αυτό το βίωμα για σένα και τις αντοχές σου; Υπάρχει κάτι που άφησες απ’ έξω και δε χώρεσε στις σελίδες του κόμικ;

Είναι πραγματικές εμπειρίες που έζησα στους 8 μήνες που δούλεψα στο εργοστάσιο. Εξαντλητικά 8ωρα (ευτυχώς ήταν καθαρά 8ωρα, ποτέ υπερωρίες), χωρίς διάλειμμα (ξεκλέβαμε χρόνο για ένα τσιγάρο κάθε τόσο, ένας-ένας), σε μια όχι τόσο βαριά ή δύσκολη δουλειά (φαντάσου να ήταν και δύσκολη δηλαδή). Σωματικά κουράστηκα πολύ. Να πέφτω για ύπνο μετά από νυχτοκάματο και να μην μπορώ να ηρεμήσω από τον πόνο στα πόδια κλπ. Τα χέρια μου συνήλθαν, σχεδόν, μόλις πριν μερικές βδομάδες. Αλλά αυτό που κατάλαβα ήταν ότι μαζί με την οικογένεια και τον χρόνο που χρειαζόμουν για τα σκίτσα μου (που μου συμπληρώνουν και κάπως το εισόδημα) δεν είχα καθόλου ζωή. Για να ξυπνήσεις 5 τα χαράματα, πρέπει να κοιμηθείς από τις 9.30-10.00 το βράδυ, για να αντέξεις το 8ωρο. Χρειάζεσαι ύπνο και το μεσημέρι και σου μένει μισό απόγευμα ελεύθερο. Αν γυρίζεις χαράματα 6 από το νυχτοκάματο, θα κοιμηθείς ως τις 10 για να μην χάσεις όλη τη μέρα, να πάρεις το παιδί από το σχολείο, να κοιμηθείς μεσημέρι και να ξυπνήσεις 7 για να βγάλεις το βραδινό 8ωρο. Δεν είναι ζωή αυτό. Άφησα ένα σωρό πράγματα απ’ έξω, γιατί θα χρειαζόταν τόμος.

-Πώς θα φαινόταν στον βασικό σου ήρωα ο νόμος που του «επιτρέπει» να χτυπήσει 10 ώρες βάρδια, για να μαζέψει ελιές την Παρασκευή;

Απαράδεκτος. 8 ώρες είναι ήδη πολλές. Αυτό είναι σκέτη κοροϊδία. Και άντε σου λέω έχεις όντως ελιές να μαζέψεις. Νομίζεις ότι αν βαράς 10ωρα για να χτίσεις ένα ρεπό, θα το κάψεις κάνοντας δουλειές; Δεν θα αντέξεις. Θα κοιμηθείς και θα ξυπνήσεις την επόμενη μέρα. Αυτά είναι αηδίες, απαράδεκτα μέτρα από ανθρώπους που δεν έχουν κοπιάσει ποτέ στη ζωή τους.


-Έχουμε φύγει από την εποχή του Σαρλό που σατίριζε την εντατικοποίηση της εργασίας που κάνει τον εργάτη γρανάζι της μηχανής; Είμαστε στην εποχή της γνώσης, της πληροφορίας και της δημιουργικής απασχόλησης;

Δύσκολα. Πολλοί εργοστασιάρχες και γενικά εργοδότες διαιωνίζουν τις τακτικές των παππούδων και πατεράδων τους και αντιμετωπίζουν τους εργάτες εκ προοιμίου ως φυγόπονους, έτσι στριμώχνουν όσο περισσότερη δουλειά μπορούν στα χέρια των εργατών τους για να μην “κάθονται” και να κάνουν τη δουλειά τους ως άλλα γρανάζια μιας 24ωρης ασταμάτητης μηχανής. Κανείς βέβαια δεν αρνείται ότι υπάρχουν δυο κόσμοι. Αυτός και από την άλλη ο κόσμος που άνθρωποι σαν κι εμένα (που έφυγα από τον βούρκο εκείνο και επέστρεψα υπάλληλος στο αντικείμενό μου ξανά, ειρωνεία της τύχης λέγεται αυτό) που απολαμβάνουν την γνώση, την πληροφορία και την δημιουργική απασχόληση. Συνυπάρχουν αυτά.

-Εκτός από τις άγριες καταστάσεις στη δουλειά, σατιρίζεις και κάποιους τύπους εργαζομένων. Τι σε οδήγησε σε αυτή την επιλογή;

Είναι ενδιαφέρον που το εκλαμβάνεις ως σάτιρα, γιατί όλοι οι διάλογοι μέσα στο κόμικ είναι πραγματικοί. Εκτός από τον “7 χρόνια είμαι εδώ” που ήταν αντιπαθέστατος και με βλέμμα παρανοϊκά τρομαχτικό, οι άλλοι δυο, ο Μήτσος και ο Άρτζυ μου ενέπνεαν σεβασμό, με αυτούς δούλεψα 8 μήνες και τα πήγαμε εξαιρετικά. Ειδικά ο Άρτζυ, η επιτομή του αμόρφωτου ανθρώπου (και το λέω χωρίς ίχνος εμπαιγμού) είναι από τους πιο ιδιαίτερους ανθρώπους που έχω γνωρίσει. Τόσο καλόψυχο άνθρωπο δύσκολα συναντάς. Και είχαμε τσακωθεί κιόλας πάνω στην δουλειά αμέτρητες φορές. Μου την έσπαγε γιατί φοβόταν μην φωνάζει το αφεντικό και ότι οι κάμερες μας βλέπουν και προσπαθούσα να τον πείσω ότι ΑΥΤΟΙ είναι που τον έχουν ανάγκη και όχι το αντίστροφο, μπας και χαλαρώσουμε λιγάκι στη δουλειά. Η πλάκα ήταν ότι κανείς δεν άντεχε να δουλεύει μαζί του, εκτός από μένα. Αν δεν είχα τον Αργύρη και τον Μήτσο, δεν θα την έβγαζα καθαρή εκεί μέσα, θα είχα σίγουρα σπάσει κάτι. Πάντα έβρισκαν τρόπο να κάνουν χαβαλέ μέσα σε όλη την παράνοια. Η ατάκα “χαβαλέ μεροκάματα” ήταν καθημερινότητα, ανήκει στον Αργύρη και είναι φουλ στην ειρωνεία.

-Στο φινάλε θίγεις το ζήτημα του φόβου του εργαζόμενου απέναντι στο αφεντικό του, την απόλυση κτλ. Θεωρείς ότι ο φόβος των εργατών φυλάει τα εργοδοτικά έρμα;

Σε τελική ανάλυση, μάλλον θα συμφωνούσα ότι ο φόβος παίζει σημαντικό ρόλο στην διαιώνιση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Homo homini lupus που λέγαμε και στο χωριό.

-Τελικά υπάρχει διέξοδος από αυτή την εμφιαλωμένη ζωή, για να μη μένουμε πάντα μπουκάλα;

Καταλήγω στο ότι πρέπει να προκαλείς την τύχη σου για να μπορέσεις να την αλλάξεις κιόλας, αν αυτό είναι κάτι που σε ενδιαφέρει. Όταν για παράδειγμα από τον πρώτο μήνα εγώ διαμαρτυρήθηκα για τις συνθήκες, είδα ότι και η αντιμετώπισή μου από τα αφεντικά ήταν διαφορετική. Μαλακίες πάνω στην δουλειά έκανα και εγώ, αλλά μπινελίκι δεν άκουσα ποτέ. Ένιωθα πως ίσως κάπου μέσα τους ήξεραν ότι δεν θα μείνω για πολύ, οπότε μου συμπεριφέρονταν “με το γάντι” και ευγενικά για να μείνω όσο περισσότερο γίνεται. Ήξεραν βέβαια και το υπόβαθρό μου, γιατί είχα στείλει βιογραφικό, που ήταν εντελώς αταίριαστο με την ανειδίκευτη εργασία. Ίσως και να φοβόντουσαν ότι μπορεί να απευθυνθώ και στον επόπτη εργασίας αν ο κόμπος έφτανε στο χτένι. Δεν ξέρω. Δεν θα ξεχάσω όμως τη μέρα που ο ένας από τους δυο αφεντικούς καντήλιαζε κάποιον και μετά γυρίζει σε μένα και μου λέει “σε παρακαλώ, αν έχεις την καλοσύνη, πάρε μια σακούλα και μάζεψε εκείνα τα πεταμένα καπάκια”. Τι θέλω να πω. Αν απαιτούμε τον σεβασμό που μας αναλογεί και τον διεκδικήσουμε, ίσως η ζωή μας γίνει λίγο καλύτερη. Μεγάλο ίσως όμως. Και στην περίπτωση των εργοστασίων, αυτό που πραγματικά χρειάζεται είναι η συντονισμένη δράση για την διεκδίκηση δικαιωμάτων. Κάποιοι άνθρωποι θα μένουν για πάντα μπουκάλες, φτάνει να μην είναι μοιρολάτρες και να μην δέχονται έτσι αβίαστα την αδηφαγία του εργοδότη.

-Τι αποδοχή βρίσκει ένα αντικαπιταλιστικό κόμικ σε μια καπιταλιστική αγορά; Τι μηνύματα παίρνεις από το αναγνωστικό κοινό;

Είμαι πεπεισμένος ότι όποιος και να το διαβάσει, εργοδότης ή εργάτης, θα καταλάβει ότι είναι αληθινό. Δεν υπάρχει ίχνος μυθοπλασίας και υπερβολής μέσα. Αν κάποιος έλεγε ότι “δεν είναι έτσι τα πράγματα” θα ήταν κατάφορο ψέμα. Όσοι κομικολάτρεις το έχουν διαβάσει μου λένε όμορφα λόγια, σε κάποιους άλλους δεν άρεσε το τέλος (ακόμα και αυτό ήταν αλήθεια – ζήτησα να δουλέψω νύχτα για να μπορέσω να δώσω δίπλωμα για μηχανή, ήμουν κομμάτια το καταμεσήμερο, κόπηκα, πήγα σπίτι κοιμήθηκα και μετά στα καπάκια έφυγα για δουλειά).


-Τι άφησε πίσω -αν υποθέσουμε ότι κλείνει- το κεφάλαιο της πανδημίας, σε σένα και στην κοινωνία ευρύτερα;

Αν μιλάμε για εργοστάσια, η πανδημία ήρθε, και δεν ακούμπησε. Συνέχισαν και συνεχίζουν ακάθεκτα. Δεν ξέρω τι μου άφησε εμένα, δεν είμαι σίγουρος ούτε και για την κοινωνία. Σίγουρα πλήγμα μεγάλο ήταν η εκπαίδευση, τεράστια κενά και απαιτήσεις στον θεό από το εκπαιδευτικό σύστημα. Σίγουρα ήταν δικαιολογία για κάποιους, πχ την κυβέρνηση, να δρα μονομερώς και να επιβάλλει καταστάσεις, αλλά είμαι άνθρωπος που πρέπει να βιώσω κάτι για να το καταλάβω καλύτερα και να έχω ολοκληρωμένη άποψη για αυτό. Στην μικρή κοινωνία της Δράμας αυτά τα τραγικά που συνέβησαν στην πρωτεύουσα φάνταζαν σαν postapocalyptic ταινία.

-Πώς θα χαρακτήριζες με μια φράση τα μέτρα στήριξης της Πολιτείας στους δημιουργούς;

Δεν τα ξέρω ακριβώς τα μέτρα γιατί δεν έχω ΚΑΔ δημιουργού ούτε και τις συνθήκες υπό τις οποίες δίνονται οι ενισχύσεις. Από όσο ακούω δεν πρέπει να ήταν και τίποτα σοβαρά μέτρα.

-Θεωρείς πως το πενάκι σας κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει; Ή έχει ένα ταβάνι η δύναμη της δουλειάς σας και του μηνύματος που περνάτε;

Μεγάλη κουβέντα. Το πενάκι έχει μεγάλη δύναμη. Αλλά ενίοτε είμαστε και σκλάβοι του κοινού (βλέπε πολιτική ορθότητα). Ειδικά αν κάποιος ζει από αυτό. Αυτό που δεν μου αρέσει είναι η υπερβολή και το τσουβάλιασμα. Μηνύματα μπορείς να περνάς με διάφορους τρόπους, και έτσι ταβάνι δεν υπάρχει. Αν όμως το κάνεις ακραία πατώντας σε στερεότυπα που πουλάνε, τότε απλώς δεν ξεφεύγεις καν από τον πάτο. Τα δικά μου κόμικς είναι ριζικά αντιδραστικά και μεγάλοι αμφισβητίες της κοινωνίας κλπ. Αλλά για να το καταλάβει κάποιος αυτό, πρέπει να διαβάσει και μια και δυο φορές, ίσως και τρεις για να το κατανοήσει. Ίσως και εγώ δεν τα “πουλάω” σωστά. Δεν είναι επιτηδευμένα και ούτε βασίζονται σε στερεότυπα.

-Ποια ήταν τα θετικά και τα αρνητικά από την εμπειρία του Comicdom στην Αθήνα;

Τα αρνητικά είναι εσωτερικής κατανάλωσης και δεν αφορούν τον κόσμο που ίσως διαβάσει αυτά τα λόγια. Τα θετικά είναι πάρα πολλά, ο κόσμος στην Αθήνα πάντοτε στηρίζει τους καλλιτέχνες. Στα 4 μόλις χρόνια που συμμετέχω, νιώθω να με αγκαλιάζει ο κόσμος και αυτό είναι υπέροχο και νιώθω πολύ ευγνώμων.

-Υπάρχουν στον χώρο του κόμικ εναλλακτικές φωνές αμφισβήτησης κι αντίστασης, που συντονίζουν τις κινήσεις τους, φτιάχνοντας ένα ευρύτερο ρεύμα ίσως;

Είναι μοναχικό σπορ τα κόμικς, δεν γνωρίζω αν υπάρχει κάποιος συντονισμός πέρα από κοινή παρουσία στον Τύπο. Φωνές αντίδρασης, ναι, υπάρχουν αλλά δεν γνωρίζω κατά πόσο συντονίζονται. Γνωρίζω προσωπικά τον Ιάκωβο (Βάη) και τον Πάνο (Ζάχαρη) που είναι μεγάλοι αμφισβητίες και πολύ κοφτεροί με τον σχολιασμό τους, αλλά ενεργούν νομίζω σόλο.

-Πώς σε έριξε η ζωή στη Δράμα και το χιούμορ (κόμικ);

Σκίτσο το έχω από μωρό, είναι ταλέντο, αλλά δεν καλλιεργήθηκε μέχρι που έφτασα 38, πριν περίπου 6 χρόνια. Μεγάλωσα με Αστερίξ, Λούκυ Λουκ και Τεν-Τεν (σνόμπαρα όλα τα υπόλοιπα) και όλο αυτό βγήκε στην επιφάνεια αργότερα στη ζωή μου. Στη Δράμα μεγάλωσα, προσπάθησα να φύγω, έφυγα για σπουδές έξω, γύρισα, έζησα Αθήνα κοντά δυο χρόνια, αλλά δεν κατάφερνα να επιβιώσω οικονομικά και γύρισα πίσω.

-Πότε να περιμένουμε το επόμενο αντικαπιταλιστικόμικ; Και τι άλλα σχέδια έχεις στα σκαριά;

Γενικά, στρατευμένη τέχνη δεν κάνω. Έκανα ένα κόμικ για την καραντίνα (Καραντινιέροι), τέλος. Δεν έχει νόημα να διυλίζω τον κώνωπα. Έχω κάνει ένα κόμικ αποκλειστικά για την θρησκεία (Διάολε, δεν έχεις τον θεό σου), τέλος. Έκανα ένα αντικαπιταλιστικό κόμικ από προσωπικό βίωμα, αν ξανακάνω κάτι αντίστοιχο απλώς θα επαναλαμβάνομαι. Οπότε, τέλος. Ψήγματα από όλα αυτά θα υπάρχουν στη νέα μου, πρώτη μεγάλη δουλειά μετά το Αγιαχουάσκα το 2019, που θα λέγεται Strictly Commercial (καθαρά εμπορικό για όσους δεν γνωρίζουν αγγλικά). Είναι τίτλος δανεισμένος από τον Φρανκ Ζάππα και θα θίγει ανεργία, θρησκεία, εμπορικό δαιμόνιο και την σκηνή των κόμικς γενικότερα. Ελπίζω στο επόμενο Comicdom να είναι έτοιμο.

Το “Δουλειά στα Καπάκια” κυκλοφόρησε ως αυτοέκδοση (Τεύχος Μηδέν), όπως και οι προηγούμενες δουλειές του Κλήμη. Μπορείτε να βρείτε το αντικαπιταλιστικόμικ σε επιλεγμένα κομικάδικα και βιβλιοπωλεία ή να το παραγγείλετε από τον δημιουργό, επικοινωνώντας μαζί του. Αξίζει να αναζητήσετε και τις παλιότερες δουλειές του.

Facebook: Klimiscomix
Mail: [email protected]

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: