Τίποτα δε μας σταμάτησε – Συνέντευξη με το Γιάννη Φιλέρη για το Ευρωμπάσκετ του 87′

Ο αθλητικογράφος Γιάννης Φιλέρης απαντά στα ερωτήματα της Κατιούσα για το Ευρωμπάσκετ του 87′, γνωστές και άγνωστες πτυχές του, την κοινωνική-πολιτική του διάσταση, το παρόν της Εθνικής, και το ελληνικό μπάσκετ που πήρε φόρα και… “τίποτα δεν το σταμάτησε”.

Τίποτα, τίποτα δε μας σταματά.

Η φωνή του αείμνηστου Φίλιππα Συρίγου ακούγεται ακόμα στα ηχεία του μυαλού. Κι ο δημοσιογράφος Γιάννης Φιλέρης πήρε τη φράση του, για να την κάνει τίτλο στο βιβλίο του, όπου ξετυλίγει το νήμα μιας αθλητικής ιστορίας, που μοιάζει με παραμύθι: της ιστορίας του Ευρωμπάσκετ του 87′. Για να νοσταλγούν οι παλιοί και να ζηλεύουν οι νεότεροι. Και για τη σημαδιακή επέτειο του ελληνικού μπάσκετ, που σε αντίθεση με διάφορες επιτυχίες που ήρθαν κι έσβησαν σαν κομήτες, συνέχισε την πορεία του σε άλλο επίπεδο και… “τίποτα δεν το σταμάτησε”. Ή αλλιώς “οι τρεις δεκαετίες ήταν η αρχή”…

Το Ευρωμπάσκετ του 87′ βρίσκει το Γιάννη Φιλέρη νεαρό δημοσιογράφο στην εφημερίδα “Πρώτη”, αλλά και στο Γραφείο Τύπου της Διοργάνωσης, συνομήλικο με τους Βενιαμίν της αποστολής της Εθνικής ομάδας. Είναι συνεπώς ο πλέον κατάλληλος για να γράψει την ιστορία του “Τιρινίνι“, γνωστές και άγνωστες πτυχές του, για την απήχηση και τις προεκτάσεις του στην ελληνική κοινωνία, ακόμα και για το Final Countdown (το περίφημο Τιρινίνι) που έγινε το Soundtrack εκείνης της διοργάνωσης -κι όχι μόνο.

Ο Γιάννης Φιλέρης μας φιλοξένησε στα γραφεία της ιστορικής εφημερίδας “Φως” (όπου έχει γίνει διευθυντής εδώ και λίγους μήνες, μετά το θάνατο του πατριάρχη του αθλητικού τύπου, Θεόδωρου Νικολαΐδη) κι απάντησε πρόθυμα στα ερωτήματα της “Κατιούσα”. Μας μίλησε για τις αιτίες και τους πρωταγωνιστές της επιτυχίας, το βάθος της και τη συνέχειά της, για κάποιες παράπλευρες πολιτικές διαστάσεις της. Όπως και για το παρόν της Εθνικής Ομάδας, τις αγκυλώσεις της Ομοσπονδίας -που είχε καθοριστικό ρόλο στο 87′, αλλά δεν ακολουθεί την ίδια συνταγή- και για μια σειρά άλλα θέματα, που θα διαβάσετε στην μπασκετική συζήτηση που ακολουθεί, κι ελπίζουμε να τη χαρείτε όσο κι εμείς.

Τίποτα δε μας σταμάτησε

Είναι το Ευρωμπάσκετ του 87′ η μεγαλύτερη επιτυχία του ελληνικού μπάσκετ; Ή μήπως ήταν η μεγαλύτερη μέχρι την επόμενη;

-Όχι, ήτανε σίγουρα η μεγαλύτερη. Είναι η μεγαλύτερη επιτυχία του ελληνικού αθλητισμού. Σαν βαθμός δυσκολίας, σίγουρα η νίκη επί των Αμερικανών το 2006 ήταν πιο δύσκολη, ίσως και πιο σημαντική, με την έννοια πως έγινε απέναντι στους Αμερικανούς επαγγελματίες. Ίσως μάλιστα και το EURO του 2004, λόγω της διαφοράς επιπέδου του ελληνικού ποδοσφαίρου με το ελληνικό μπάσκετ, να ήταν πολύ πιο δύσκολο κι αναπάντεχο. Αλλά νομίζω ότι σαν απήχηση, σαν γεγονός αυτό καθαυτό, το Ευρωμπάσκετ ήταν η μεγαλύτερη επιτυχία συνολικά.

-Στους απ’ έξω φάνηκε λίγο σαν έκρηξη, σαν Big-Bang ας πούμε, αλλά όπως γράφεις και στο βιβλίο, ο Κ. Πολίτης έλεγε πως οι συνθήκες είχαν ωριμάσει…

-Ναι είχαν ωριμάσει, δεν ήταν όμως και για να πάρει η ομάδα το χρυσό μετάλλιο. Δεν είχε πει κανείς δηλαδή ότι στόχος μας είναι το χρυσό, ούτε καν το βάθρο. Στόχος ήταν να μπούμε στους οκτώ, ο μίνιμουμ στόχος, ώστε και η διοργάνωση να πάει καλά κι η εθνική να είναι πετυχημένη, διότι μέχρι τότε η καλύτερη θέση ήταν η όγδοη. Δε μετράει το 49′ που ήταν τρίτη, σε ένα ιδιαίτερο Ευρωμπάσκετ, αλλά εν πάση περιπτώσει το να μπει στους οκτώ ήταν μεγάλη επιτυχία. Γι’ αυτό νομίζω, οι συνθήκες για να παίξει η ομάδα καλά και να δείξει κάτι, είχαν ωριμάσει. Και το λέει αυτό ο Πολίτης, γιατί ίσως σκέφτεται και το Μουντομπάσκετ του 86′, όπου η Εθνική πράγματι είχε δείξει ότι βρίσκεται σε έναν καλό, σωστό δρόμο.

-Αν κάνουμε μια υπόθεση και πούμε ότι είχε μπει τελικά το τρίποντο του Γιοβάισα στο τέλος, θα γραφόταν έτσι η ιστορία στη συνέχεια ή θα ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα για την Εθνική;

-Εντάξει το σουτ που έκανε ήταν δύσκολο να μπει, αν και είχε 4/4 μέχρι τότε. Όχι, δε θα γραφόταν διαφορετικά. Θα ήταν διαφορετική βέβαια η απήχηση, σίγουρα δε θα έβγαινε τόσος κόσμος να πανηγυρίσει. Νομίζω όμως ότι η Εθνική θα είχε επιτυχίες. Θα ήταν παρούσα και στο Ζάγκρεμπ, θα έκανε αυτό που έκανε. Ίσως να της έλειπε η αυτοπεποίθηση ότι μπορεί να τους κερδίσει όλους, η αυτοπεποίθηση που είχε μετά το θρίαμβο επί των Σοβιετικών, που ήτανε ανίκητοι. Αυτό δεν το έχουμε καταλάβει τώρα. Σου φαίνεται κι εσένα, κι εμένα που έχω μεγαλώσει (γέλια) ότι “εντάξει και τι έγινε; Τη Σοβιετική Ένωση κέρδισε”. Αλλά ήταν πράγματι απίστευτο να κερδίσεις μια ομάδα σαν τους Σοβιετικούς. Αν δεις τον τελικό, όπως αλλάζει τους παίκτες ο Γκομέλσκι, νομίζεις ότι βλέπεις τωρινή ομάδα. Δηλαδή κάθε δέκα λεπτά να μπαίνουν κι άλλοι, και να παίζουν το ίδιο καλά. Ήτανε απίθανο, απίστευτο να τους κερδίσεις, γιατί και ψηλοί ήταν, και πρωταθλητές Ευρώπης ήταν, μια ομάδα που δεν έχανε ποτέ. Ε, εμείς τους κερδίσαμε.

-Πώς κατάφερε να ξεφύγει από τη μιζέρια το ελληνικό μπάσκετ και συνέχισε να έχει επιτυχίες;

-Ναι, δεν έχει ξεφύγει απόλυτα, παθογένειες υπάρχουν. Και δε θα μπορούσε να ξεφύγει αφού είναι ελληνικό προϊόν (γέλια). Σίγουρα όμως πήγε καλύτερα από ό,τι άλλα πράγματα στην Ελλάδα. Αυτό πρέπει να το πούμε γιατί κι ο τίτλος του βιβλίου νομίζω αυτό εννοεί, ότι από τότε τίποτα δε σταμάτησε το μπάσκετ.
Πώς ξέφυγε; Ήταν θέμα, νομίζω ανθρώπων οραματιστών στα σωματεία που είχανε μεράκι να δουλέψουν για το μπάσκετ. Για μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή ήταν πολύ πρωτοποριακή κι η Ομοσπονδία, καμιά σχέση με ό,τι συμβαίνει τώρα, παρότι είναι οι ίδιοι άνθρωποι (γέλια). Κι ήταν κι η συγκυρία της συνύπαρξης τόσων καλών παικτών, ένα υλικό που στη συνέχεια τροφοδοτήθηκε και με άλλους παίκτες, γιατί άρχισαν να παίζουν παρά πολλοί μπάσκετ. Κι όσο περισσότεροι παίζουν, τόσο πιο πιθανό είναι να βγουν οι επόμενοι καλοί παίκτες. Που βγήκαν. Νομίζω δηλαδή ότι οι γενιές που ακολούθησαν ήταν ίσως και καλύτερες από αυτή που είχαμε σαν υλικό. Εντάξει, δεν μπορώ να συγκρίνω τον Γκάλη ή το Γιαννάκη σαν μονάδες, ας πούμε, αλλά συνολικά ήταν καλύτερες οι επόμενες γενιές.

-Και στους Έλληνες πώς ταίριαξε και κόλλησε το μικρόβιο του μπάσκετ;

-Δεν ξέρω αν ισχύει, αλλά το λέει κι ο Πολίτης, ότι επειδή είμαστε λίγο ανυπόμονοι σαν λαός γενικά, αν μας βάλεις να τα κάνουμε γρήγορα όλα, τσάτρα-πάτρα, σε είκοσι δευτερόλεπτα, θα τα κάνουμε καλά. Το θέμα είναι να μην έχουμε μπροστά μας ένα ολόκληρο ημίχρονο 45 λεπτών, όπως στο ποδόσφαιρο.

-Εντάξει, και το μπάσκετ θέλει σχέδιο.

-Θέλει σχέδιο, αλλά όταν αντιδρούμε ταχύτατα και σε κλειστό χώρο είμαστε καλοί. Πάντα ταίριαζε το μπάσκετ στον Έλληνα. Υπήρχαν από παλιά δηλαδή πολύ καλοί μπασκετμπολίστες, που δεν είχαν κιόλας τις σημερινές παραστάσεις. Πχ ο Μίμης Στεφανίδης, ακόμα γράφεται στα βιβλία της Ολίμπια Μιλάνο, ως μύθος της εποχής. Ή ο Κώστας Μουρούζης που είχε πάει στην Μπολόνια. Δεν ξέρω, ίσως να είναι έμφυτο.

-Το Ευρωμπάσκετ του 87′ σε βρίσκει στην εφημερίδα Πρώτη.

-Ναι.

-Επειδή υπάρχει κι ένας μη αστικός μύθος, να το πω έτσι, πώς ήταν οι συσχετισμοί στην εφημερίδα, πριν από τον τελικό; Ήταν μοιρασμένοι οι συντάκτες ή σκέφτονταν πως όποιος και να νικήσει, πάλι νικητές θα είμαστε;

-Το δεύτερο (γέλια). Θυμάμαι τότε, στο πρώτο παιχνίδι με τη Σοβιετική Ένωση, υπήρχε μια κατακραυγή για τη διαιτησία, η οποία δεν ήταν καλή, κι είχαν γίνει κάποιες άστοχες επιθέσεις. Είχε βγει λοιπόν η Πρώτη τότε και υπερασπίστηκε τους Σοβιετικούς, ότι δεν είναι έτσι ακριβώς, ότι όλες οι μεγάλες ομάδες παίρνουν σφυρίγματα, κτλ. Εντάξει, αυτό ήταν λογικό, γιατί υπήρχε μια γραμμή. Κι ήταν διαφορετικός ο κόσμος, έτσι; (γέλια). Τότε μάλιστα ήταν η εποχή του 12ου Συνεδρίου, που ήταν αρκετά σημαντικό.

Τίποτα δε μας σταμάτησε

Ο Γιαννης Φιλέρης στο ΣΕΦ, με το μαλλί και τα μέσα της εποχής

-Κάνεις μια αναφορά στο βιβλίο ότι οι παίκτες μεταξύ τους έκαναν και πολιτικές συζητήσεις. Μπορούμε τώρα να πούμε ποια ήταν τα στρατόπεδα; Κάποια πράγματα, είναι λίγο-πολύ γνωστά, πχ ότι ο Φασούλας ήταν στην ΚΝΕ.

-Δεν ήταν, είχε φύγει. Τα στρατόπεδα ήταν κυρίως ΠΑΣΟΚ-Νέα Δημοκρατία. Ο κόουτς ήταν προς την Αριστερά και ο Παναγιώτης ο Γιαννάκης… Εντάξει, υπήρχαν συζητήσεις, αλλά όχι έντονες, ήταν φιλικές.

-Κάπου αναφέρεις ότι μια εφημερίδα της Δεξιάς έγραψε μετά τον τελικό πως ό,τι δεν κατάφεραν οι ναζί στον πόλεμο, το κατάφερε η Εθνική, σταματώντας τους σοβιετικούς.

-Ό,τι δεν κατάφερε ο Ναπολέων κι οι ναζί. Και της απάντησε ο Ριζοσπάστης. Εντάξει αυτά δεν είναι σωστά.

-Και ποια ήταν η απάντηση του Ριζοσπάστη; Την έχεις κρατήσει;

-Όχι, δεν την έχω σε αρχείο. Θυμάμαι ότι είχε απαντήσει σε στιλ “τι είναι αυτά που λέτε, είστε τρελοί”, κτλ. Εντάξει, ήταν κι υπερβολικό, έτσι;

-Η πιο σημαντική νίκη στο Ευρωμπάσκετ ήταν στους ομίλους με τη Γαλλία, επειδή έφυγε το άγχος της πρόκρισης ή μπορούμε να ξεχωρίσουμε κάποια άλλη;

-Ναι, με τους Γάλλους, γιατί μπήκαμε στους οκτώ. Αλλά νομίζω πως έτσι κι αλλιώς θα τους κερδίζαμε. Η πιο σημαντική νίκη ήταν με την Ιταλία, που δεν την είχαμε κερδίσει ποτέ και μπήκαμε στην τετράδα. Πριν από τον αγώνα λέγαμε “εντάξει μέχρι εδώ, τώρα όμως;” Μετά από τους Ιταλούς, ακόμα κι εμείς που δεν πιστεύαμε, λέγαμε ότι είναι δύο ματς, ημιτελικός και τελικός, κι όλα γίνονται. Πάντως υπήρχαν άνθρωποι που στο ματς με την Ιταλία, πήρανε εισιτήρια για τον ημιτελικό με τους Γιουγκοσλάβους. Δεν πήρανε όμως για τον τελικό. Δεν είχαν πιστέψει ότι θα φτάναμε ως εκεί.

MVP της ομάδας ποιος ήταν;

-Εντάξει ο Γκάλης, δεν υπάρχει άλλος.

-Ήταν ο καλύτερος, αλλά ήταν κι ο πολυτιμότερος;

-Ε ναι, χωρίς τον Γκάλη… (γέλια). Κι ο Φάνης έχει κάνει καταπληκτικά παιχνίδια, κι ο Γιαννάκης ήταν κορυφαίος με την Ιταλία, αλλά ο Γκάλης δε συγκρίνεται.

-Προσωπική αδυναμία από εκείνη την ομάδα;

-Εγώ πάντα ήμουν με τον Παναγιώτη το Φασούλα κι ακόμα είναι φίλος (Καλά να πάθεις, τον πειράζει ένας συνάδελφός του, που μπήκε για λίγο στο γραφείο). Τον είχα γνωρίσει από μικρός και είμαστε ακόμα φίλοι.

-Υπήρχε η γκρίνια για τον αποκλεισμό κάποιου παίκτη από την αποστολή, πχ του Κορωναίου ή κάποιου άλλου; Πχ όπως το 04′ στο EURO που έλεγε ο κόσμος πως ο Ρεχάγκελ δεν πήρε το Ζήκο.

-Απ’ τους παίκτες που ξεκίνησαν προετοιμασία, κόπηκε ο Τσαγκόπουλος, ο Πεδουλάκης και στο τέλος ο κόουτς είχε δίλημμα, μεταξύ Λινάρδου και Δημήτρη Παπαδόπουλου, και πήρε τον πρώτο. Αλλά δεν υπήρχαν γκρίνιες, γιατί πήρε αυτόν κι όχι εκείνον. Το είχε ξεκαθαρίσει κι ο Πολίτης. Θα μπορούσε να είχε πάρει τον Κορωναίο αντί για τον Ιωάννου, αλλά θα ήταν δύσκολο για αυτόν να έχει εφεδρικό ρόλο, πίσω από τους βασικούς, που τότε δεν έβγαιναν ποτέ, γι’ αυτό κι επιλέχθηκε ο Μέμος.
Ήταν η πρώτη φορά -κι αυτό πρέπει να το αναγνωρίσουμε στον Πολίτη και στην Ομοσπονδία που τον στήριξε- που ο προπονητής είπε “εγώ θα προχωρησω με αυτούς. Θα προχωρήσω με τους 65άρηδες, τους 63άρηδες, τον Γκάλη και το Γιαννάκη”. Κι ας μείνει έξω ο Κορωναίος, που ήταν πολύ καλός παίκτης, ή ο Πετρόπουλος που είχε αποχωρήσει από την Εθνική, αλλά ήταν μεγάλο όνομα. Αυτές ήταν αποφάσεις του Πολίτη που μέτρησαν. Και το ίδιο έκανε, νομίζω, κι ο Γιαννάκης το 04′, όταν ανέλαβε ξανά την ομάδα και την έφτασε εκεί που την έφτασε.
Γι’ αυτό λέμε ότι χρειάζεται ένας προπονητής με προοπτική στην Εθνική. Δεν είναι μόνο ένα τουρνουά, εκεί κι εγώ μπορώ να πάω κι εσύ (γέλια), οι παίκτες άλλωστε ξέρουν τι να κάνουν. Το θέμα ωστόσο είναι πως αυτός ο προπονητής θα κοιτάξει το μέλλον της ομάδας τα επόμενα 3-4 χρόνια.

Τίποτα δε μας σταμάτησε

Επί το έργον στο ραδιοφωνικό σταθμό Sport24 Radio

-Στο Προολυμπιακό του 88′, την επόμενη χρονιά, γιατί αποτύχαμε;

-Σωστή ερώτηση αυτή, γιατί ήταν ένα παράπονο των διεθνών τότε, που ενώ ήταν Πρωταθλητές Ευρώπης, αναγκάστηκαν να δώσουν προκριματικούς αγώνες.
Πρώτον γιατί ήταν καλοί οι άλλοι. Και δεύτερον γιατί είχε γίνει τότε το θέμα με το Νίκο Γκάλη, που είχε κάποια ζητήματα με την Ομοσπονδία κι άργησε να πάει στην προετοιμασία. Κι όταν πήγε, η Εθνική ξαναγύρισε στα δεδομένα του 87′, ενώ είχε σχεδιαστεί αλλιώς από τον Πολίτη κι είχε ξεκινήσει καταπληκτικά. Επόμενο ήταν να μην έχει τη ζεστασιά και τη ζωντάνια που είχε στο Ευρωμπάσκετ. Ο Πολίτης το αναγνώρισε αυτό σε μια μεγάλη συνέντευξη στο Τρίποντο κι είπε ότι το μεγάλο λάθος του ήταν ο Γκάλης. Λάθος του που τον δέχτηκε, που δέχτηκε την επιστροφή του στην ομάδα, ενώ είχε περάσει κάποιος χρόνος. Εντάξει, τώρα βέβαια, δεν μπορούμε να πούμε ότι αν δεν ήταν ο Γκάλης, θα προκρινόταν η Εθνική, γιατί είναι και ιεροσυλία (γέλια). Αλλά θα έπρεπε ίσως να τεθούν ευθύς εξαρχής οι όροι, ότι πάμε να προκριθούμε με βάση αυτό που έχουμε κάνει το 87′, τέλος πάντων να μη γίνουν τα λάθη που έγιναν.

-Και γιατί δεν ξαναβρέθηκε ποτέ η ομάδα μαζί;

-Αυτό είναι ένα ερώτημα που πρέπει να το απευθύνεις στους ίδιους. Και κυρίως στο Νίκο, που λείπει από τις εκδηλώσεις, αλλά νομίζω και στην Ομοσπονδία. Αυτή έχει τη βασική ευθύνη. Πρώτα απ’ όλα, είναι κρίμα να έχει αποστασιοποιηθεί ένας τέτοιος μεγάλος παίκτης από το μπάσκετ και την Ομοσπονδία, με ευθύνη δική της πιστεύω κι όχι του ίδιου. Από εκεί και πέρα, αν θέλει ο ίδιος να βάλει λίγο νερό στο κρασί του και να δει τους παλιούς του συμπολεμιστές, νομίζω πρέπει να το κάνει. Αλλά αυτό είναι ένα θέμα που πρέπει να το λύσουν οι ίδιοι. Τώρα πάντως νομίζω πως θα λείπει κι ο Γιαννάκης, την Τετάρτη. Άλλο ένα θύμα της Ομοσπονδίας (γέλια).

-Από τη σημερινή Εθνική τι λείπει σε σχέση με το 87′; Οι προσωπικότητες;

-Όχι, όχι. Προσωπικότητες υπάρχουν. Αυτή τη στιγμή οι προσωπικότητες στο μπάσκετ είναι δεδομένες, γιατί οι παραστάσεις που έχουν οι διεθνείς είναι πολύ υψηλές. Οι διεθνείς του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού έχουν παίξει τριάντα παιχνίδια ο καθένας στην Ευρωλίγκα. Συνεπώς παραστάσεις υπάρχουν. Νομίζω λείπει το σχέδιο, ο σχεδιασμός κι ο προγραμματισμός. Αυτό που είπα και πριν, αυτά που έκαναν ο Πολίτης κι ο Γιαννάκης πρέπει να ξαναγίνουν. Αλλά στην Ομοσπονδία υπάρχει μια λογική ότι ο προπονητής πρέπει να προσλαμβάνεται για να του ρίχνουν στο τέλος τις ευθύνες της αποτυχίας. Ενώ κανονικά θα πρέπει να προσληφθεί, να στηριχτεί και να υπάρξει ένας προγραμματισμός. Αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα τεράστιο ταλέντο που λέγεται Αντετοκούμπο κι αυτό πρέπει να εκμεταλλευτούμε. Δε γίνεται να αφήσει το ελληνικό μπάσκετ αναξιοποίητο το κεφάλαιο του Γιάννη, ενώ αυτός θα γίνει πρωταθλητής με τους Μιλγουόκι Μπακς -που θα γίνει κάποια στιγμή- ή θα τους κάνει ομάδα πρωταθλητισμού, εν πάση περιπτώσει. Κι εμείς να τον βλέπουμε, και να λέμε αν θα πάρουμε τον Πρίφτη ή τον Ιτούδη. Πρέπει να βρεθεί ένας προπονητής, οποιοσδήποτε προπονητής, αλλά να του δοθούν τα εχέγγυα κι η ευκαιρία για να φτιάξει ένα σχέδιο. Αλλιώς, σε κάθε τουρνουά θα αποτυγχάνουμε.

-Ο Κατσικάρης δεν είχε αυτά τα εχέγγυα;

-Μα ο Κατσικάρης ήταν part-time. Όταν είσαι part-time ψάχνεις δουλειά για το χειμώνα. Άρα και το καλοκαίρι, την ώρα που κάνεις την προπόνηση της Εθνικής, παίρνεις κι ένα τηλέφωνο: μπας και με ζήτησε η Μπαρτσελόνα, με ζήτησε η Ρεάλ Μαδρίτης;
Ο κανονικός Ομοσπονδιακός προπονητής έχει δουλειά μόνο την Εθνική, αυτή βλέπει μόνο. Θα μου πεις, για ένα τουρνουά το καλοκαίρι; Ναι, για ένα τουρνουά το καλοκαίρι. Γιατί αυτός θα σχεδιάσει την ομάδα, ποιοι παίκτες ταιριάζουν δίπλα στον Αντετοκούμπο. Μπορεί να μην ταιριάζει ο… ο Σλούκας ή ο Μάντζαρης ή ο Παππάς. Ενώ τώρα λες “ποιοι είναι οι καλύτεροι; Αυτοί; Πάρτους”. Μα δε γίνεται έτσι, χρειάζεται πρόγραμμα.
Ο Γιαννάκης δηλαδή έφτιαξε μια ομάδα με το Σπανούλη να μην έχει παίξει καν στην Α1, μόλις είχε πάει στο Μαρούσι. Και λέγανε τότε γιατί διώχνει το Σιγάλα και τον Αλβέρτη; Μα γιατί έβλεπε ότι κάτι πρέπει να φτιάξει, το μέλλον της ομάδας. Αυτό πρέπει να γίνει και τώρα. Κι είναι πολύ εύκολο. Η ίδια η Ομοσπονδία το έχει κάνει στο παρελθόν, αλλά δεν το κάνει τώρα.

-Πότε ήταν πιο όμορφο το μπάσκετ; Τότε ή τώρα;

-Ε πάντα αναπολείς τα νιάτα σου (γέλια). Δεν έχει καμιά σχέση όμως, σαν σπορ. Άμα το δεις τώρα δηλαδή, θα νομίσεις ότι βλέπεις διαφορετικά αθλήματα. Οπότε να πω… ενδιάμεσα; Τη δεκαετία του 90′ ίσως ήταν πιο ωραίο το μπάσκετ.

-Να ρωτήσω κάτι γι’ αυτό το “ενδιάμεσα”. Αν γινόταν το Μουντομπάσκετ του 94′ στη Γιουγκοσλαβία, όπως είχε οριστεί, κι ήταν ενωμένη η Γιουγκοσλαβία, ήταν ενωμένη η Σοβιετική Ένωση, υπήρχε περίπτωση να χτυπήσουν τις ΗΠΑ μερικά χρόνια πιο νωρίς; Ας πούμε τη δεύτερη Dream-Team, όχι την πρώτη…

-Εκατό τοις εκατό. Το 94′ ειδικά που η Ντριμ-Τιμ ήταν λίγο αποψιλωμένη… -βέβαια είχε το Σακίλ. Η ενωμένη Γιουγκοσλαβία οπωσδήποτε. Η Σοβιετική Ένωση ίσως όχι τόσο πολύ, γιατί οι Ρώσοι άρχισαν να μη βγάζουν τόσο καλές φουρνιές. Βέβαια δεν το ξέρουμε, τι θα έβγαζαν, αν ήταν ακόμα Σοβιετική Ένωση. Αλλά με τα δεδομένα αυτά, σίγουρα θα τους χτυπούσε. Εδώ η Κροατία στη Βαρκελώνη για ένα ημίχρονο κάτι άντεξε. Θα μπορούσε, λοιπόν, ναι.

-Αν δεν ήταν σε γραπτή, έντυπη μορφή, τι άλλο θα έμπαινε στο βιβλίο, από οπτικοακουστικό υλικό;

-Θα έμπαινε σίγουρα… κυλάνε όλα σα φιλμ τώρα, δεν ξέρεις ποιο να διαλέξεις. Θα έμπαινε σίγουρα η συνέντευξη του μπαμπά του Γκάλη, του Γιώργου Γκάλη, στην ΕΤ-3, που δείχνει και το πώς μεγάλωσε ο Νικ, στο Νιου Τζέρσεϊ, γιατί δεν τον είχαμε ξανακούσει, κι ούτε τον ξανακούσαμε τον άνθρωπο. Ε, σίγουρα θα έβαζα και τις βολές του Καμπούρη για να θυμηθούμε…

-Το επόμενο βιβλίο τι θέμα θα έχει;

-Δεν ξέρουμε, θα δούμε. Πάντως μου άρεσε η εμπειρία, θέλω να το ξαναδοκιμάσω, αλλά θα δούμε.

-Άργησε λίγο.

-Άργησε; Στα τριάντα χρόνια λένε πως πρέπει να τιμάται η επέτειος.

Τίποτα δε μας σταμάτησε

Ο Γιάννης Φιλέρης με την πορτοκαλί (και μαύρη) θεά και φόντο μια φανέλα της Μπαρτσελόνα -αν και είναι φανατικός οπαδός της Ρεάλ

Το βιβλίο του Γιάννη Φιλέρη “Τίποτα δε μας σταμάτησε” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Physical Goods.

Δείτε εδώ και τις υπόλοιπες αναρτήσεις στα πλαίσια του αφιερώματος στο Ευρωμπάσκετ του 1987.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: